Η δύναμη της θέλησης!!! Ένα δειγματολόγιο από πολύ παλιά.
Η ανάρτηση είναι
αφιερωμένη στην κα Κλαυδία και στις φίλες, οι οποίες ερευνούν και
προσπαθούν να διασώσουν τα ελληνικά δειγματολόγια.
Δεν ξέρω πως να αρχίσω και τι να πρωτογράψω για αυτή την ανάρτηση. Ομολογώ, ότι με έχει "καταλάβει" μια νοσταλγική διάθεση και με έχει γοητεύσει η αληθινή ιστορία που θα σας διηγηθώ.
Όταν έγραφα για τα δειγματολόγια ειλικρινά, δεν περίμενα τόσο θερμή ανταπόκριση από εσάς και αυτό γιατί, αντικειμενικά είναι ένα σπάνιο είδος εργόχειρου, το οποίο πολλές από εμάς αγνοούμε την ιστορία του.
Έτσι λοιπόν, αμέσως μετά την ανάρτηση στις αρχές του Δεκεμβρίου την επόμενη κιόλας μέρα, δέχτηκα ένα τηλεφώνημα από τη Χρύσα Κωνσταντά, φίλη και φανατική αναγνώστρια του ιστολογίου."Επιτέλους, μου είπε, κατάλαβα τι είναι αυτό που έχω στα χέρια μου...." Αυτό ήταν. Η πρώτη ανακάλυψη ήταν γεγονός και ορίστηκε μια συνάντηση για να συζητήσουμε και να φωτογραφίσουμε το δειγματολόγιο.
Μετά από μια αναβολή λόγω καιρικών συνθηκών την προηγούμενη Παρασκευή, παραμονές εκλογών, μαζευτήκαμε στο σπίτι μου, όλες οι "γνωστές άγνωστες", με σκοπό να ακούσουμε και να μάθουμε για μια ευγενή, γοητευτική και δυναμική γυναίκα, τη Ζωή Κυπριωτέλλη. Η Χρύσα ήρθε αποφασισμένη να μας εξιστορήσει την ζωή αυτής της γυναίκας, η οποία, θεωρώ, ότι αποτελεί διαχρονικό παράδειγμα δύναμης και θέλησης. Ως σύζυγος του Κοσμά, εγγονού της Ζωής, ο οποίος έζησε για πολλά χρόνια μαζί της στην Τσαγκαράδα η Χρύσα είχε τη δυνατότητα να γνωρίσει μέσα από τις διηγήσεις του αυτή τη γοητευτική προσωπικότητα.
Μεταφερθήκαμε νοερά στα τέλη του 19ου αιώνα στο ζεστό και πολύβουο Κάιρο εκεί γύρω στο 1896, τη χρονιά που γεννήθηκε η Ζωή από εύπορους γονείς Πηλιορείτικης καταγωγής. Ενώ ήταν πολύ μικρή δοκιμάστηκε σκληρά, όταν έχασε το δεξί της μάτι, από οστρακιά στην τρυφερή ηλικία των επτά ετών. Και καθώς συνήθιζε την καθημερινότητά της έχοντας ελλιπή όραση κινδύνευσε να χάσει και το άλλο μάτι. Τότε ήταν, που οι γιατροί συνέστησαν στην οικογένεια να αποφύγει τον λαμπερό ήλιο της Αιγύπτου και να πάει σε μέρη λιγότερο ζεστά. Η απόφαση πάρθηκε για επιστροφή στα πάτρια εδάφη και η μικρή Ζωή εγκαθίσταται στην όμορφη Τσαγκαράδα, προσπαθώντας να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
Η φωτογραφία της αποπνέει την αίγλη και την αρχοντιά της, χωρίς να μας υποψιάζει για το σοβαρό πρόβλημα που είχε. Ο καλλιτέχνης επιτυγχάνει να εστιάσει και να αναδείξει την ευγενή προσωπικότητα με τα πενιχρά για τη σημερινή εποχή μέσα.
Η
καθημερινότητά της ήταν διαφορετική από αυτή των άλλων κοριτσιών της
ηλικίας της. Καθώς ήταν ευαίσθητη και ντελικάτη δεν της επιτρεπόταν να
κάνει οικιακές εργασίες και δεν πήγε στο σχολείο. Όμως κατόρθωσε και
έλαβε μόρφωση παρακολουθώντας μαθήματα στο σπίτι.
Εδώ δεν μπορώ
παρά να σχολιάσω, ότι ήταν πρωτοποριακό για την εποχή και για ένα
κορίτσι να μπορεί να καλλιεργεί το πνεύμα του με κατ' οίκον
διδασκαλία....
Από πολύ νωρίς,
έδειξε την αγάπη της για το κέντημα, η οποία έμεινε το ίδιο δυνατή στο
πέρασμα των χρόνων και παρ' όλες τις δύσκολες στιγμές που πέρασε, μέχρι
το τέλος της ζωής της.
Η μικρή Ζωή σε ηλικία δεκατριών ετών κεντά το δειγματολόγιο, που βλέπετε για τον αδελφό της
Όπως βλέπετε κεντά το
ελληνικό αλφάβητο τα μεγάλα και μικρά γράμματα και το αγγλικό. Από κάτω
διαβάζετε το όνομα και το επώνυμο του μικρού της αδελφού καθώς και την
επωνυμία του σχολείου του ιστορικού Καρτάλειου Παρθεναγωγείου. Η
ημερομηνία κατασκευής είναι στην εκπνοή του 1909.
Έχει κεντηθεί σε πολύ
λεπτό εταμίν λευκού χρώματος με το χαρακτηριστικό, ζωηρό κόκκινο χρώμα.
Το πέρασμα των χρόνων, δεν είναι και λίγα (108 χρόνια) άφησε τα σημάδια
του ευτυχώς όμως σε γενικές γραμμές είναι σε αρκετά καλή κατάσταση. Η
μικρή Ζωή επενδύει το εργόχειρο στην πίσω πλευρά με ένα κλαρωτό ύφασμα
ενώ ανάμεσα τοποθετεί επιμελώς ένα ροζ χαρτί όπως βλέπετε, προφανώς για
να μην φεγγίζει το εμπριμέ ύφασμα..
Η πίσω πλευρά του δειγματολογίου.
Μετά από μια
πενταετία σε ηλικία δεκαοκτώ ετών νυμφεύεται τον Στρατή Κυπριωτέλλη,
καθηγητή Γαλλικών, ο οποίος πρωτοδιορίζεται στην Αχιλλοπούλειο Εμπορική
Σχολή της Τσαγκαράδας και ως παντρεμένη γυναίκα πλέον αψηφά τη συμβουλή
του γιατρού να κάνει ένα μόνο παιδί και γίνεται μητέρα έξι παιδιών. Το
άμαθο και ασθενικό κορίτσι αποδεικνύει καθημερινά, τις ικανότητες της.
Ικανή σύζυγος, καλή νοικοκυρά και στοργική μητέρα συνδυάζει αρμονικά τις
οικιακές απασχολήσεις με τη συμμετοχή σε κοινωνικές δραστηριότητες και
πρωτοβουλίες και φυσικά με την αγάπη της για το εργόχειρο.
Σε αυτή τη
φωτογραφία βλέπετε μια θήκη κεντημένη από τα χέρια της σε λευκό ύφασμα
με ριζοβελονιά και πλακέ, όπου τοποθετούσε με σειρά τις κλωστές το
ψαλίδι και τα βελόνια της.
Ακόμη και αυτή είχε το μονόγραμμά της και ήταν ιδιαίτερα περιποιημένη.
Άλλες δύο ακόμη με σταυροβελονιά.
Περιποιημένες με την τρέσσα γύρω γύρω και φυσικά με πολύχρωμα σχέδια.
Επιστρέφω στη διήγηση της Χρύσας, η οποία ομολογουμένως ήταν συναρπαστική,
Κατόρθωσε
λοιπόν, μέσα σε τόσο δύσκολες εποχές να μεγαλώσει τα παιδιά της με αρχές
και να τα αναδείξει σε καλούς οικογενειάρχες και ενεργούς πολίτες. Και
το κέντημα συνεχίζεται κάτω από το αδύναμο φως της λάμπας πετρελαίου
στις λιγοστές ελεύθερες ώρες που είχε.
Ο πόλεμος του '40
την αναγκάζει να προσαρμοστεί σε νέα δεδομένα και δέχεται ένα ισχυρό
πλήγμα: χάνει τον σύζυγό της το 1944. Συνεχίζει να αγωνίζεται για να
στηρίξει την οικογένειά της στα ζοφερά χρόνια της Κατοχής και την
περίοδο που ακολούθησε. Μετά το θάνατο του συζύγου της και προκειμένου
να αντεπεξέλθει στις νέες συνθήκες μετακομίζει στην Αθήνα.
Αυτή η
μακρόστενη και με γωνίες τρέσα εικάζουμε ότι έμπαινε γύρω από το τζάκι,
χωρίς βέβαια να είμαστε σίγουρες. Οι κλωστές είναι μάλλινες και έχουν
φθαρεί αρκετά ενώ η βελονιά είναι γκομπλέν.
Με το φως της λάμπας
και φέρνοντας το κέντημα μπροστά στο αριστερό της μάτι συνεχίζει να
φτιάχνει εργόχειρα όχι μόνο για το σπίτι της αλλά και για τις αγαπημένες
φίλες. Με κάθε ευκαιρία επέστρεφε στην αγαπημένη της Τσαγκαράδα, εκεί
όπου έζησε το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής της και είχε τους δικούς της
ανθρώπους. Μόλις το 1967 φτάνει το ηλεκτρικό ρεύμα στο χωριό
ανακουφίζοντας τους κατοίκους και φωτίζοντας τις νύχτες τους. Τώρα πια
κάθε εργασία είναι πιο εύκολη τη νύχτα για τη Ζωή.
Μέχρι να τη βρει ο
θάνατος εξακολουθεί να είναι δραστήρια, αν και το ένα μάτι της πλέον
είναι κουρασμένο και άρρωστο, εντούτοις εξακολουθεί να φτιάχνει και να
φτιάχνει.... Δημιούργησε μια μεγάλη συλλογή από διάφορα κεντήματα και
αρκετά από αυτά τα δώριζε σε γνωστούς και φίλους.
Το πατάκι που βλέπετε, έχει κεντηθεί από την ίδια το 1975 και το χάρισε στην αγαπημένη φίλη της Μέλα Στυλιαρογιάννη.
Η
κυρία Μέλα το κράτησε ως ενθύμιο όλα αυτά τα χρόνια ακέραιο και το έδωσε
με χαρά στη Χρύσα. Κεντημένο σε λινάτσα με μαλλάκι και σταυροβελονιά
έχει την ομορφιά του.
Σε αυτή τη λεπτομέρεια διακρίνονται τα αρχικά του ονόματός της με τα οποία υπέγραφε σχεδόν σε όλα της τα εργόχειρα.
Εδώ φαίνεται καθαρά το κεντρικό μοτίφ, κεντημένο με ζωηρά χρώματα.
Ήταν από τα τελευταία έργα της μιας και"έφυγε" από τη ζωή το 1980.
Τελειώνοντας, δεν μπορώ παρά να ευχαριστήσω από τα βάθη της καρδιάς μου τη Χρύσα, γιατί μοιράστηκε μαζί μας όλα όσα της διηγήθηκαν ο σύζυγός της Κοσμάς, εγγονός της Ζωής Κυπριωτέλλη και οι φίλες της. Όσες ήμασταν σε αυτή τη συνάντηση συγκινηθήκαμε από όλα αυτά που ακούσαμε.
Αν και λένε πως
με το πέρασμα του χρόνου οι μνήμες χάνονται και σβήνουν, η φίλη μας
κατόρθωσε να μας ταξιδέψει νοερά μια εκατονταετία πριν και μας
περιέγραψε με τη γλαφυρή της διήγηση μια σπάνια γυναίκα, η οποία αψήφησε
το τεράστιο πρόβλημά της, χαλυβδώθηκε κατά τη διάρκεια του πολέμου και
έζησε μια υποδειγματική ζωή.
Μια συναρπαστική
συνάντηση τελείωσε με την υπόσχεση να συνεχίσουμε να ψάχνουμε. Είναι
σίγουρο, ότι παρόμοιες ιστορίες υπάρχουν και πρέπει με κάποιο τρόπο να
τις αναδείξουμε.
Αν έχετε και εσείς παρόμοιες ιστορίες, είμαι στη διάθεσή σας.
Επικοινωνήστε μαζί μου στη διεύθυνση nasiachat@gmail.com.
Πολύ αξιόλογο μπλογκ, εύγε τους!
ΑπάντησηΔιαγραφή